Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων

Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων
Νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Ιδρύθηκε το 1918 και υπάγεται στην αρμοδιότητα του υπουργείου Οικονομικών αν και έχει ιδιαίτερη διοίκηση. To T.Π. και Δ. αποτελεί πιστωτικό οργανισμό που αποβλέπει σε 4 κυρίως στόχους. Οι στόχοι αυτοί είναι: 1. Η φύλαξη των δικαστικών παρακαταθηκών, των εγγυοδοτικών παρακαταθηκών, των εγγυήσεων των υπόλογων στο δημόσιο και σε νομικά πρόσωπα που υπάγονται στο δημόσιο δίκαιο και που ασκούν διαχείριση, καθώς και κεφαλαίων από κληρονομιές, κληροδοσίες και δωρεές για κοινωφελείς σκοπούς. 2. Η παροχή δανείων σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, φιλανθρωπικά ή κοινωφελή ιδρύματα. 3. Η παροχή στεγαστικών δανείων στους συνταξιούχους και δημοσίους υπαλλήλους για ανέγερση κατοικίας. 4. Η παροχή δανείων για ξενοδοχειακές και τουριστικές επιχειρήσεις. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Τ.Π. και Δ. αποτελείται από τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, από τον Γενικό Γραμματέα του υπουργείου Εσωτερικών, ή τον Διευθυντή Tοπικής Αυτοδιοίκησης του ίδιου υπουργείου, από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, από 5 ιδιώτες, που ασχολούνται με τα οικονομικά θέματα, από τον Γενικό Γραμματέα του υπουργείου Οικονομικών και από τον Γενικό Διευθυντή του Ταμείου, χωρίς δικαίωμα ψήφου. Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου είναι ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ταμείο — Στην οικονομία είναι το σύνολο των διαθέσιμων ρευστών, κυρίως σε μια επιχείρηση. Η συνήθεια να διατηρούνται μεταλλικά νομίσματα ή χαρτονομίσματα στο τ. ή καλύτερα σε ένα χρηματοκιβώτιο είχε σιγά σιγά ως συνέπεια να χαρακτηρίζεται ως τ. η έννοια… …   Dictionary of Greek

  • παρακαταθήκη — (Νομ.). Σύμβαση με την οποία ένα πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, ονομαζόμενο θεματοφύλακας, παραλαμβάνει από ένα άλλο πρόσωπο (παρακαταθέτη) ένα κινητό πράγμα προς φύλαξη, με την υποχρέωση να το επιστρέψει μόλις ζητηθεί. Ως κινητά νοούνται όλα τα μη… …   Dictionary of Greek

  • τράπεζα — Ονομασία ιδρυμάτων που εκτελούν πολλές και διάφορες λειτουργίες: από το εμπόριο και την ανταλλαγή νομισμάτων και την κατάθεση χρημάτων έως την παροχή πιστώσεων και άλλων χρηματοδοτήσεων. Ιστορία. Πολλές τραπεζικές πράξεις έχουν την καταγωγή τους… …   Dictionary of Greek

  • εγγύηση — (Νομ.). Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται στο αστικό δίκαιο η σύμβαση ορισμένου ή αορίστου χρόνου, με την οποία ένα πρόσωπο, ο εγγυητής, αναλαμβάνει την ευθύνη απέναντι στον δανειστή ότι θα του καταβληθεί η μελλοντική οφειλή ή εκείνη που ήδη υπάρχει …   Dictionary of Greek

  • παρακατάθεση — η 1. η ενέργεια τού παρακαταθέτω, κατάθεση, παράδοση, σε πρόσωπο ή οργανισμό χρημάτων ή κινητών αντικειμένων για φύλαξη ή για παραλαβή από τον υπερήμερο δανειστή 2. (νομ.) η κατάθεση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων από τον οφειλέτη τού… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”